Άμεση διάκριση: νοείται όταν ένα πρόσωπο υφίσταται, για λόγους φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας ή χρόνιας ασθένειας, ηλικίας, οικογενειακής ή κοινωνικής κατάστασης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου μεταχείριση λιγότερο ευνοϊκή από αυτήν της οποίας τυγχάνει, έτυχε ή θα ετύγχανε άλλο πρόσωπο, σε ανάλογη κατάσταση.

Έμμεση διάκριση: νοείται όταν μία εκ πρώτης όψεως ουδέτερη διάταξη, κριτήριο ή πρακτική μπορεί να θέσει πρόσωπα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας ή χρόνιας ασθένειας, ηλικίας, οικογενειακής ή κοινωνικής κατάστασης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου σε μειονεκτική θέση συγκριτικά με άλλα πρόσωπα.

Παρενόχληση: όταν σημειώνεται ανεπιθύμητη συμπεριφορά συνδεόμενη με φυλετική ή εθνοτική καταγωγή με σκοπό ή αποτέλεσμα την προσβολή της αξιοπρέπειας ενός προσώπου και τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος.

Σεξουαλική παρενόχληση: πρόκειται για κατάσταση κατά την οποία εκδηλώνεται οιαδήποτε μορφή προφορικής, μη προφορικής ή σωματικής συμπεριφοράς σεξουαλικού χαρακτήρα, εν γνώσει του αυτουργού, κατά την πρόσβαση στην απασχόληση, την εργασία ή την επαγγελματική εκπαίδευση στο χώρο απασχόλησης, εργασίας ή επαγγελματικής εκπαίδευσης, με σκοπό ή αποτέλεσμα που προσβάλλει την αξιοπρέπεια ενός ατόμου ή δημιουργεί εκφοβιστικό, εχθρικό, προσβλητικό, ταπεινωτικό, απειλητικό ή ενοχλητικό περιβάλλον (Αρτινοπούλου-Παπαθεοδώρου 2006: 28).

Συμπεριφορά σεξουαλικής φύσης εκφραζόμενη με πράξεις: αναφέρεται στην ανεπιθύμητη συμπεριφορά εκφραζόμενη με πράξεις, όπως περιττά αγγίγματα, χάδια ή τσιμπήματα στο σώμα ενός/μιας εργαζομένου/-ης, με στόχο την επίθεση ή την πίεση για σύναψη σεξουαλικών σχέσεων.

Συμπεριφορά σεξουαλικής φύσης εκφραζόμενη με λόγια: μπορεί να περιλαμβάνει ανεπιθύμητες ερωτικές και ανήθικες προτάσεις, ή πίεση για σεξουαλική επαφή, συνεχείς προτάσεις για κοινωνική δραστηριότητα εκτός εργασίας, ενώ έχει γίνει σαφές ότι αυτές οι προτάσεις είναι ανεπιθύμητες, ενοχλητικό φλερτάρισμα, άσεμνες παρατηρήσεις, υπονοούμενα ή πρόστυχα σχόλια. Με αυτό τον τρόπο, οι γυναίκες φαίνεται ότι αντιμετωπίζονται ως σεξουαλικά αντικείμενα παρά ως συνάδελφοι.

Συμπεριφορά σεξουαλικής φύσης μη εκφραζόμενη με λόγια: αφορά στην επίδειξη πορνογραφικών περιοδικών ή άσεμνων εικόνων, αντικειμένων ή γραπτού υλικού, στα πονηρά βλέμματα, στο σφύριγμα ή στις πρόστυχες χειρονομίες. Η συμπεριφορά αυτή μπορεί να κάνει τα άτομα να αισθάνονται αμηχανία ή φόβο, ενώ παράλληλα υποβιβάζεται η θέση τους και πλήττεται η επαγγελματική τους αξιοπρέπεια.

Συμπεριφορά βασιζόμενη στη διαφορά φύλου: περιλαμβάνονται συμπεριφορές, οι οποίες δυσφημούν ή γελοιοποιούν, ή είναι εκφοβιστικές ή ενοχλητικές για τον/την εργαζόμενη και οφείλονται στο φύλο του/της.

Θυματοποίηση: άδικη ή σκληρή μεταχείριση προσώπου που καταγγέλλει διακριτική μεταχείριση ή συνδράμει κάποιον τρίτο στην καταγγελία διακριτικής μεταχείρισης.

Bullying (εξατομικευμένη κακομεταχείριση): Αναφέρεται σε αρνητικές συμπεριφορές εκφοβιστικού χαρακτήρα που λαμβάνουν χώρα, εκτός από το χώρο
εργασίας, στο σχολείο, τις φυλακές, το σπίτι. Ο παρενοχλών/ούσα ενεργεί από θέση ισχύος ή λόγω χαρακτήρα με σκοπό την άσκηση εξουσίας για την ταπείνωση του
αποδέκτη. Ενέχει την έννοια του «τσαμπουκά» ή του επιτελεστικού «νταηλικιού» (Ντότσικα 2003: 5).

Hθική παρενόχληση (Harcelement Moral): Ο όρος εισήχθη από τη Marie France Hirigoyen και αναφέρεται στην εμπρόθετη ταπείνωση και προσβολή με απώτερο στόχο την αποσταθεροποίηση του αποδέκτη και την υπονόμευση της προσωπικής του/της αυταξίας και ακεραιότητας, επειδή αυτός/ή καταγγέλλει τις δυσλειτουργίες του συστήματος όπου εντάσσεται. Η διαδικασία αυτή έχει επαναλαμβανόμενο ή συστηματικό χαρακτήρα επιθετικής και αδιόρατης φύσης η οποία δύσκολα εντοπίζεται και ως εκ τούτου αποδεικνύεται.

Bossing (διευθυντική παρενόχληση): Αναφέρεται σε μεμονωμένα επεισόδια εντός των οργανισμών τα οποία οργανώνονται και εκπορεύονται είτε από τη διοίκηση
του ανθρώπινου δυναμικού είτε από τους διευθυντές/τις διευθύντριες των τμημάτων. Στοχεύουν σε έναν ή περισσότερους/ες εργαζομένους/ες με σκοπό την εξώθησή τους σε παραίτηση.

Mobbing (μαζικός χλευασμός): Πρόκειται για τον περισσότερο συνηθισμένο όρο με τον οποίο περιγράφεται η έννοια της παρενόχλησης στο χώρο εργασίας. Αναφέρεται σε εχθρικές πράξεις που ασκούνται από ομοιόβαθμους/ες συναδέλφους/ισσες ή ανώτερους/ες και εκφέρεται μέσω συστηματικά επιθετικής συμπεριφοράς σε βάρος ενός προεπιλεγμένου αποδέκτη/μιας προεπιλεγμένης αποδέκτριας (Δρίβας 2002:2). Απώτερος σκοπός είναι η αποδυνάμωση της ψυχολογικής άμυνάς του/της, η διανοητική του/της υποταγή και κατ’ επέκταση ο εξοστρακισμός του/της είτε από την ομάδα είτε από την εργασία.

Σωματική βία: Σύμφωνα με τον ορισμό των International Labour Organization, International Council of Nurses, World Health Organization και Public Services International (2002) πρόκειται για τη χρήση φυσικής δύναμης εναντίον ενός άλλου ατόμου ή ομάδας ατόμων, η οποία συνεπιφέρει βλαβερά σωματικά, σεξουαλικά ή ψυχολογικά αποτελέσματα. Περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το δάρσιμο, τις κλωτσιές, το χαστούκισμα, τα μαχαιρώματα, τους πυροβολισμούς, τα σπρωξίματα, τα δαγκώματα και τα τσιμπήματα.

Ψυχολογική βία: Πρόκειται για τη σκόπιμη χρήση δύναμης, της απειλής χρήσης σωματικής δύναμης συμπεριλαμβανομένης, εναντίον άλλου ατόμου ή ομάδας ατόμων που συνεπιφέρει φυσικές, νοητικές, πνευματικές, ηθικές ή κοινωνικές βλάβες. Περιλαμβάνει τη λεκτική κακομεταχείριση, το bullying, το mobbing, την ηθική παρενόχληση καθώς και πάσης φύσεως απειλές.

Ανεπιθύμητες συμπεριφορές οι οποίες σχετίζονται με το κοινωνικό φύλο, την ηλικία, τη φυλή, τη θρησκεία, τις πεποιθήσεις, την κοινωνική καταγωγή και
οι οποίες, όταν εκδηλώνονται στο χώρο εργασίας και την απασχόληση εν γένει, παραβιάζουν, σύμφωνα με τον Ν 3304 της 27/1/2005, την αρχή της ίσης μεταχείρισης με σκοπό ή αποτέλεσμα που προσβάλλει την αξιοπρέπεια ενός ατόμου δημιουργώντας εκφοβιστικό, εχθρικό, προσβλητικό, ταπεινωτικό, απειλητικό ή ενοχλητικό περιβάλλον.

Βιβλιογραφικές πηγές

  • Αρτινοπούλου, Β. & Παπαθεοδώρου Θ. (2006). Η Σεξουαλική Παρενόχληση στην Εργασία. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη.
  • Δημητρίου, Σ. (2003). Μορφές Βίας, Αθήνα: Σαββάλας.
  • Δρίβας, Σ. (2002). Το σύνδρομο ‘Mobbing’ στην εργασία. Πετρελαιοειδή-Διυλιστήρια & Χημική βιομηχανία, 9, 8-9. 
  • Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, «Οδηγία 2002/73/ ΕΚ», 5 Οκτωβρίου 2002.
  • European Social Dialogue, 2007, Framework Agreement on Harassment and Violence
  • Ντότσικα, Μ. (2003), Ηθική παρενόχληση στην εργασία και έμμεσες διακρίσεις σε βάρος των γυναικών τραπεζοϋπαλλήλων. Νομική προστασία και ουσιαστική εφαρμογή της ισότητας των φύλων. Αθήνα: Γραμματεία Ισότητας ΟΤΟΕ. 
  • Σπυριδάκης, Μ. (2009). Εξουσία και Παρενόχληση στην Εργασία. Αθήνα: Διόνικος.